Η τελευταία “γειτονιά της” Αθήνας; Όχι ακριβώς γιατί περισσεύουν τα εισαγωγικά στην προκειμένη περίπτωση. Γειτονιά κανονική, με την αγαπησιάρικη και πραγματική της έννοια. 3 δρόμοι που όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, οικογένειες ριζωμένες πάππου προς πάππου που κατοικούν από πάντα εδώ, ένας κόσμος κλειστός κι αδιασάλευτος στα χρόνια. Τόσο, που πωλητήριο, ενοικιαστήριο κανένα, ποιος άλλωστε να 'ρθει να ζήσει στην “μοναδική συνοικία που δεν έχει αποχετευτικό σύστημα ακόμη” πράγμα που ακούγεται σε κάθε προεκλογική δημοτική περίοδο. Μια αναφορά στην τιβί, σαν ένα σημείο παρακατιανό, πράγμα άδικο μιας που δεν είναι και τόσο έτσι όταν το επισκέπτεσαι.
Φαινομενικά, ναι, μια συνοικία απ’ την φτωχή Αθήνα του ’50. Σπίτια χαμηλά, με το τίποτα φτιαγμένα, μόνο με τσιμέντο και το μυστρί του νοικοκύρη. Τέρατα θα λεγαν οι αρχιτέκτονες που θα έφριτταν με τις φόρμες. Αλλά εδώ άλλα σε έλκουν: οι γεμάτες αυλές με λουλούδια, τα παιδιά που παίζουν χωρίς έννοιες στους δρόμους κι η απολαυστική ησυχία για τα αθηναϊκά δεδομένα.
Ένας άλλος κόσμος 3 στάσεις απ’ το Σύνταγμα. Μια κρυψώνα να χαθείς απ’ την κανονική σου ζωή, και να βολτάρεις με την ελαφράδα του περαστικού στο άγνωστο, παρέα με τα βλέμματα των γειτόνων που πουθενά αλλού δεν είναι τόσο απορημένα κι έντονα.
"Τι να θέλει αυτός εδώ;"
Πως πας:
Μετρό Ελαιώνας, παίρνεις τον δρόμο προς τα πάνω, οδός Μαρκόνι (όχι στην κάτω πλευρά -Αγ. Άννης- που θα δεις πολλά έργα. Στη γωνία της Βάσης του Ναυτικού μπαίνεις δεξιά.