Τι κάνεις όταν δεν ξέρεις τι να γράψεις εδώ και δύο εβδομάδες; για ένα διάστημα το αφήνεις και κάνεις οτιδήποτε άλλο. Διαβάζεις άλλα μπλογκ, αφήνεις κανένα σχόλιο, περιδιαβαίνεις ειδησεογραφικά σάιτ, παθαίνεις ενίοτε απανωτά σοκ αλλά συνεχίζεις να απέχεις από το γράψιμο.
Μετά από την καταστροφή στην Ιαπωνία, από το -αν-την-πάτησαν-αυτοί-σκέψου-εμείς, το: μπορεί να μην έχουμε πολλά αλλά έχουμε τουλάχιστον μια στέγη πάνω από το κεφάλι μας, το άγχος του να πασχίζεις χρόνια να βάλεις χρήματα στην άκρη για ένα κεραμίδι και τέσσερις τοίχους και την συνειδητοποίηση του πόσο μάταια είναι όλα, μετά από ένα (δύο) τροχαία αγαπημένων προσώπων -ευτυχώς χωρίς γρατζουνιά- λες δεν μπορεί, πρέπει να σκεφτώ ποιος έκανε ποδαρικό την πρώτη του χρόνου.
Ρίχνεις μια ματιά και στο χάλι της χώρας διότι το ζεις κάθε μέρα και σε κάθε επίπεδο και αναρωτιέσαι, έχει μείνει τίποτα; βλέπεις μια τάση αποσύνθεσης των πάντων. Με την οικτρή νοοτροπία που πλέον έχω κι εγώ: γιατί να προσπαθήσω για οτιδήποτε εφόσον δεν αλλάζει τίποτα. Η Ελλάδα μετατρέπεται σε μια μεγάλη Γκόθαμ Σίτι.
Μετά από την καταστροφή στην Ιαπωνία, από το -αν-την-πάτησαν-αυτοί-σκέψου-εμείς, το: μπορεί να μην έχουμε πολλά αλλά έχουμε τουλάχιστον μια στέγη πάνω από το κεφάλι μας, το άγχος του να πασχίζεις χρόνια να βάλεις χρήματα στην άκρη για ένα κεραμίδι και τέσσερις τοίχους και την συνειδητοποίηση του πόσο μάταια είναι όλα, μετά από ένα (δύο) τροχαία αγαπημένων προσώπων -ευτυχώς χωρίς γρατζουνιά- λες δεν μπορεί, πρέπει να σκεφτώ ποιος έκανε ποδαρικό την πρώτη του χρόνου.
Ρίχνεις μια ματιά και στο χάλι της χώρας διότι το ζεις κάθε μέρα και σε κάθε επίπεδο και αναρωτιέσαι, έχει μείνει τίποτα; βλέπεις μια τάση αποσύνθεσης των πάντων. Με την οικτρή νοοτροπία που πλέον έχω κι εγώ: γιατί να προσπαθήσω για οτιδήποτε εφόσον δεν αλλάζει τίποτα. Η Ελλάδα μετατρέπεται σε μια μεγάλη Γκόθαμ Σίτι.