(Σάββατο, 28 Ιουλίου 2007)
Όποια πλευρά της κι αν εξετάσεις, θα δεις ότι εκεί που υπάρχει το ένα, συνυπάρχει αναγκαστικά και το άλλο. Αναφέρομαι στην ζωή, την παράξενη, την όμορφη, την άσχημη, την αναπάντεχη.
Όπως ας πούμε, εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις «καταφέρει», ότι έχεις βρει αυτό που ψάχνεις. Εκεί ακριβώς κάτι θα συμβεί που θα φέρει τα πάνω-κάτω. Κάποιες φορές δραματικά, ενώ κάποιες άλλες εξισορροπητικά. Και ανάλογα το ψυχικό σθένος που έχει ο καθένας.
Πριν λίγες μέρες είχαμε πάει εκτάκτως στο νοσοκομείο για τον αδελφό μου.
Στον διάδρομο που καθόμουν με έναν φίλο, ακούμε μια βοή, κάτι παράξενο να έρχεται από την είσοδο. Σε λίγο βλέπουμε μια εγκυμονούσα να μπαίνει, ξαπλωμένη –ή μάλλον, διπλωμένη από τον πόνο- σε φορείο. Ευχηθήκαμε να πάνε όλα καλά και η ιστορία της να έχει αίσιο τέλος. Ήταν το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε.
Λεπτά μετά, σε ένα άδειο σχετικά από περιστατικά νοσοκομείο, ένας νοσηλευτής πηγαίνει «κάτι» πάνω σε φορείο. Μια προσεκτικότερη ματιά αποκαλύπτει έναν άνδρα σε περίεργη στάση, καλυμμένο με λευκό σεντόνι και με μια καρτέλα κρεμασμένη στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του.
Λίγα λεπτά μετά, δύο νοσηλεύτριες συζητούν..
-Η κοπέλα που έφεραν, που την έβαλαν; Πώς είναι;
-Μια χαρά είναι, όλα πήγαν κατ’ ευχή.
-Πότε γεννάει;
-Πότε; Γέννησε ήδη.
-Τόσο γρήγορα;
-Ναι, ευτυχώς γι’ αυτήν…
Στιγμές μετά, ένας όμορφος νεαρός, με ένα τεράστιο σακίδιο στον ώμο και μ’ ένα ακόμα μεγαλύτερο χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του, κατευθύνεται στον διάδρομο από όπου είχε περάσει η εγκυμονούσα κοπέλα. Δεν χρειαζόταν καν να πει ότι ήταν ο χαζομπαμπάς της υπόθεσης. Ήταν γραμμένο στο πρόσωπο, στις κινήσεις και στον ταχύτατο βηματισμό του.
Κάτι χάνεται και κάτι κερδίζεται, λοιπόν.
Κάποιου το ταξίδι τελειώνει ενώ κάποιου άλλου μόλις ξεκινά. Κάπως έτσι.