Πρίγκιπα μου...

Το Σάββατο μάζεψα όλα μου τα πράγματα, όλες τις αναμνήσεις, όλα όσα ζήσαμε μαζί μέσα στο σπίτι και σε κάθε γωνιά της μνήμης μου, τα τύλιξα σε όση αγάπη έχω για σένα και τα πήρα μαζί μου. Το πιο πολύτιμο φυλαχτό που μου έκανες. Τύλιξα και την αγάπη σου, τη φροντίδα σου, τον έρωτα που με έκανες να νιώσω όλον αυτόν τον καιρό. Το φυλαχτό που πάντα θα με φυλάει από το κακό του κόσμου. Το φυλαχτό που φυλάκισε μέσα του τη ζωή μου, την κλείδωσε και την προστάτευσε από όλα όσα την απείλησαν. Κι όμως, όσα κι αν τύλιξα μέσα, περίσσευε ακόμα αγάπη για περισσότερα.

Και ο καιρός πέρασε γρήγορα. Σαν χτες θυμάμαι να τσουγκρίζουμε τα ποτήρια και να αντικρίζω το χαμόγελό σου. Και εκείνη τη στιγμή έγινε το θαύμα. Γνώρισα την αληθινή αγάπη. Γνώρισα τον άνθρωπο που δεν φοβήθηκε τίποτα και ξεκίνησε κάτι τόσο όμορφο μαζί μου. Και τώρα να που δεν είμαστε μαζί. Έγιναν τόσα πολλά και καταλήξαμε χωριστά. Και το μόνο που μας έμεινε είναι αυτή η γλυκιά γεύση, η γνώση ότι είχαμε την τύχη να ζήσουμε κάτι τέτοιο. For a moment like this, some people wait a lifetime. Κι εμείς ζήσαμε πολλές τέτοιες στιγμές. Και τις ζήσαμε γιατί αγαπηθήκαμε. Αγαπηθήκαμε χωρίς να φοβηθούμε τίποτα! Φτάσαμε ψηλά. Φτάσαμε πιο ψηλά απ’ όσο κάποιοι άνθρωποι δεν θα μπορέσουν ούτε να ονειρευτούν. Και είμαστε τόσο τυχεροί που ζήσαμε κάτι τέτοιο.

Σκέφτομαι πόσα πράγματα ζήσαμε μέσα σε μόνο έξι μήνες. Διάβασα όλα τα email που ανταλλάξαμε και θυμόμουν στιγμές που ήμασταν σαν ένα. Θυμήθηκα τα πρωινά που ξυπνούσα δίπλα σου και αντίκριζα «ένα όμορφο αγόρι στο κρεβάτι μου». Θυμήθηκα τα βράδια που μιλούσαμε μέχρι αργά και πιστεύαμε και οι δύο ότι αυτό που ζούμε ήταν κάτι μοναδικό. Και οι δύο τότε ξέραμε πως δε θα κρατήσει για πάντα, αλλά έπρεπε να το ζήσουμε όσο κρατήσει. Και παρά τον χρόνο που «χάσαμε», ζήσαμε τόσα πολλά μαζί. Ταξίδια πραγματικά ή νοητά σε μέρη γνώριμα και σε μέρη νέα. Κάναμε τρέλες, χτίζαμε την ευτυχία μαζί. Ειλικρινά θυμάσαι πόσο όμορφα ήμασταν; Θυμάμαι να μας «ζηλεύω» που ήμασταν το πιο δεμένο και δυνατό ζευγάρι.

Και το δυνατό ζευγάρι δεν κατάφερε να αντέξει τα προβλήματα του. Γιατί κάποια πράγματα είναι ανυπέρβλητα. Κάποια προβλήματα, αν δημιουργηθούν, δεν λύνονται. Και αυτά τα προβλήματα, όσο κι αν τα συζητούσαμε, δεν μπορούσαμε να βρούμε τον τρόπο να τα αφήσουμε στην άκρη. Δυστυχώς όσες ευκαιρίες κι αν δίναμε τον τελευταίο καιρό, ήταν χωρίς αντίκρισμα. Δεν ήμασταν καλά και δεν υπήρχε φως στην άκρη του δρόμου για μας. Δεν ανάψαμε κανένα φως. Δεν κάναμε τίποτα όμορφο, όπως είπες κι εσύ... Δεν γινόταν τίποτα που να μας κάνει να χαμογελάσουμε. Μόνο πράγματα που αφαιρούσαν... Και σκοτώσαμε την ομορφιά.

Και να που τώρα δεν είμαστε μαζί.

Ξέρω ότι δεν γυρνάς ποτέ πίσω. Ξέρω πως όταν ραγίσει πραγματικά για σένα το γυαλί, τότε όλα έχουν τελειώσει. Και το γυαλί το ραγίσαμε. Το κάναμε κομμάτια. Αλλά έκανες και πράγματα για μένα που δεν περίμενα ποτέ ότι θα κάνεις...

Και δυστυχώς έπρεπε να γίνει αυτό, για να καταλάβω πόσο πολύτιμος ήσουν για μένα. Από τη στιγμή που έφυγα, δεν έπαψα να σε ερωτεύομαι. Δεν έπαψα να σε αγαπάω. Γιατί ο Δ. και ο Phoebus δεν ήταν τα άσχημα που έγιναν μεταξύ μας. Ο Δ. και ο Phoebus ήταν όλα εκείνα τα όμορφα που χτίσαμε από το μηδέν. Όλα εκείνα τα μαγικά και αδιανόητα που κάναμε μαζί. Και δεν έπαψα ούτε στιγμή να σε αγαπάω. Δεν θα πάψω ούτε στιγμή να νιώθω ότι έζησα δίπλα σου όσα είχα πάντα ονειρευτεί.

Και το μόνο που μπορώ να σου ζητήσω, είναι να με αφήσεις να βγούμε για έναν καφέ μαζί. Να με αφήσεις να σου τα πω όλα αυτά από κοντά. Μια τελευταία φορά να με αφήσεις να σου χαμογελάσω και να δω το δικό σου χαμόγελο. Να δω εκείνο το χαμόγελο που είδα όταν κατέβηκες από το αεροπλάνο. Μια φορά ακόμα να δω το χαμόγελο που είχες όταν έκλεινες το δωμάτιο στην πόλη μου. Μια τελευταία χάρη σε έναν άνθρωπο που αγάπησε εσένα όσο δεν έχει αγαπήσει κανέναν! Μια τελευταία επιθυμία, πριν το αφήσω κι εγώ να φύγει. Δεν θέλω να προκαταβάλεις κάποια όμορφη απάντηση, ούτε θέλω να σε πείσω για κάτι. Έγιναν πολλά που να κάνουν τα λόγια να μην έχουν νόημα. Έχει όμως νόημα να ξέρεις όσα νιώθω τώρα... ακόμα... Γι’ αυτό το μόνο που σου ζητώ είναι να με αφήσεις να σου πω για μια τελευταία φορά πόσο σε αγαπώ.


«Τώρα έχω παρηγορηθεί κάπως... όχι ολότελα ωστόσο. Όμως ξέρω πολύ καλά πως έχει ξαναγυρίσει στο μικρό του πλανήτη γιατί, με το χάραμα της μέρας, δεν ξαναβρήκα το σώμα του. Δεν ήταν δα κι ένα σώμα τόσο βαρύ... Και τη νύχτα μ' αρέσει ν' αφουγκράζομαι τ' αστέρια. Είναι σαν πεντακόσια εκατομμύρια κουδουνάκια...

»Μα να που έγινε κάτι παράξενα υπέροχο.

»Στο φίμωτρο που είχα ζωγραφίσει για το μικρό πρίγκιπα, ξέχασα να προσθέσω το δερμάτινο λουρί! Ποτέ δεν θα μπορέσει να το δέσει στ' αρνί του. Κι έτσι αναρωτιέμαι: «Τι έχει γίνει στον πλανήτη του; Ίσως το αρνί να έφαγε το λουλούδι...» Άλλοτε πάλι λέω μέσα μου: «Σίγουρα όχι! Κάθε νύχτα ο μικρός πρίγκιπας σκεπάζει το λουλούδι του μ' ένα γυάλινο δοχείο και προσέχει πάρα πολύ το αρνάκι του... «Τότε νιώθω ευτυχισμένος. Κι όλα τ' αστέρια γελούν γλυκά».

»Μερικές φορές σκέπτομαι: «Καμιά φορά μπορεί να ξεχαστεί κι αυτό φτάνει. Κάποιο βράδυ ξέχασε να βάλει το γυάλινο καπάκι ή το αρνάκι βγήκε χωρίς θόρυβο, όσο κρατούσε ακόμη η νύχτα...» Τότε τα κουδουνάκια αλλάζουν κι αρχίζουν να κλαίνε!...

»Εδώ υπάρχει ένα μυστήριο πολύ μεγάλο. Για σας που αγαπάτε το ίδιο το μικρό πρίγκιπα, όπως και για μένα, τίποτε στο σύμπαν δεν είναι το ίδιο, αν σε κάποιο μέρος, κανείς δεν ξέρει που, ένα αρνάκι που ποτέ δεν το είδαμε, έχει φάει, ναι ή όχι ένα τριαντάφυλλο...

»Κοιτάξτε προσεχτικά τον ουρανό. Αναρωτηθείτε: το αρνί, ναι ή όχι, έφαγε το λουλούδι; Και αμέσως τότε θα δείτε πως όλα αλλάζουν...

»Και κανείς μεγάλος δεν θα καταλάβει ποτέ πως αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία!»



Και επειδή το ξέρω πως το παιδί που του διάβαζα το βράδυ την ιστορία ενός πρίγκιπα και του χάιδευα τα μαλλιά όσο ξάπλωνε δίπλα μου, κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού του θα ήθελε να μην είχε τελειώσει έτσι η ιστορία του Πρίγκιπά του, γι’ αυτό σου ζητώ αυτήν την τελευταία χάρη.


Eύχομαι να μου τη δώσεις...