Life Stories - N (pt.1)

Ο Κ και ο Σ γνωρίστηκαν στο πάρκο. Για την ακρίβεια πρώτα γνωρίστηκαν τα κορμιά τους. Αργότερα, λυτρωμένοι από την ένταση της καύλας τους αντάλλαξαν τις πρώτες κουβέντες.
Κ: χάρηκα.
Σ: Κι εγώ.
Κ: Έρχεσαι συχνά εδώ;
Σ: … όχι, πολύ σπάνια. Εσύ;
Κ: Ε, ξέρεις, όποτε οι ορμές χτυπάνε κόκκινο.
Γέλασαν κι οι δύο.
Σ: Δηλαδή είσαι μόνος; Δεν έχεις κάποια σχέση;
Κ: Όχι δεν έχω … χώρισα μερικούς μήνες πριν. Εσύ;
Παύση. Αμηχανία. 3 δευτερόλεπτα. 2 δευτερόλεπτα. 1 …
Σ: Εγώ έχω μια σχέση… δηλαδή ελεύθερη σχέση … με ένα παιδί, ξέρεις, σαν φίλοι αλλά κάνουμε και σεξ.
Ο Κ έμεινε αμίλητος. Το ΄ξερε ότι δεν θα υπήρχε συνέχεια. Όχι ότι του άρεσε τρελά ο Σ, αλλά πάντα έτσι γινόταν. Πάντα θα υπήρχε ένα πρόβλημα. «έχω σχέση», «είμαι παντρεμένος», «δεν είμαι από δω, έχω κατέβει για δουλειές, αύριο φεύγω», τα είχε ακούσει ξανά και ξανά.
Έφτασαν στην έξοδο του πάρκου. Ο Κ γύρισε κι έδωσε το χέρι του.
Κ: Καληνύχτα, χάρηκα.
Σ: Θα ήθελες να τα ξαναπούμε;
Κ: … μα δεν έχεις σχέση; Θέλω να πω … δεν μου αρέσει να μπαίνω στη μέση.
Σ: Σου είπα είναι free κατάσταση. Δεν υπάρχει πρόβλημα. Άλλωστε θα του πω ότι γνώρισα σήμερα ένα καυλιάρικο αγόρι. Πραγματικά θα χαρώ να πάμε μια μέρα για καφέ, να μιλήσουμε. Θέλεις;
Κ: Ναι θέλω.


~*~*~*~

Δύο μέρες αργότερα ο Κ ήταν στο γραφείο. Χτύπησε το κινητό του. Το όνομα του Σ αναβόσβηνε ρυθμικά στην οθόνη.
Το σήκωσε. Είπαν τα καθιερωμένα.
Σ: Τι κάνεις το βράδυ;
Κ: Τίποτα συγκεκριμένο. Γιατί;
Σ: Να, ξέρεις μίλησα στον φίλο μου τον Ν για σένα και είπαμε να πάμε για καφέ να σε γνωρίσει.
Κ: Γιατί να με γνωρίσει;
Σ: Ε, να έλεγα μήπως κάναμε τίποτα και οι τρεις …
Το μυαλό του Κ κόλλησε. Δεν ήταν πουριτανός αλλά κάτι μέσα του έλεγε να το αποφύγει.
Κ: Δεν ξέρω, όχι σήμερα καλύτερα. Να τα πούμε κάποια άλλη στιγμή; Είμαι στο γραφείο και έχω λίγη δουλειά.
Ο Σ επέμεινε.
Σ: Αύριο;
Κ: Οκ αύριο.
Έκλεισε το τηλέφωνο. Μπα, δεν πρόκειται να μπλέξει. Αλλά πώς να είναι άραγε αυτός ο Ν; Μήπως τον ήξερε; Μήπως είχαν κάνει τίποτα στο παρελθόν; Η περιέργεια τον έτρωγε. Άλλωστε δεν είναι ζευγάρι, έτσι δεν του είπε; Άρα δεν θα έκανε τίποτα κακό. Να πάει; Να μην πάει; Το βρήκε. Θα πάει μόνο για καφέ, μόνο να τον δει, να του φύγει η περιέργεια κι ύστερα θα πει ότι δεν γουστάρει σεξ και θα φύγει. Αυτό είναι! Η τέλεια ιδέα!

~*~*~*~

Την επομένη ο Σ ξανατηλεφώνησε και το ραντεβού κανονίστηκε. Ο Κ ήθελε να είναι ξεκάθαρος. Άμα δεν μου αρέσει ο φίλος σου, του είπε, δεν θα προχωρήσει η βραδιά. Ο Σ συμφώνησε.
Ο Κ ετοιμάστηκε για το ραντεβού. Ήθελε να είναι όμορφος. Ήθελε να είναι εκείνος που θα απορρίψει κι όχι να τον απορρίψουν. Ευχαριστημένος από το αποτέλεσμα στον καθρέφτη του ξεκίνησε.
Λίγο μετά τις 8 έμπαινε στο μικρό café του πεζόδρομου. Ο Σ του έκανε νόημα για τους δει. Πλησίασε στο τραπέζι.
Σ: Καλώσ’ τον, να σας συστήσω, από δώ ο Ν.
Ο Κ του έδωσε το χέρι του.
Κ: Χάρηκα.
Ν: Κι εγώ
Θεέ μου ήταν όμορφος. Ήταν πολύ όμορφος. Αμήχανα τράβηξε το χέρι του και κάθισε απέναντί τους. Ήρθε η σερβιτόρα. Μια τεκίλα με πάγο. Και γρήγορα ήθελε να συμπληρώσει αλλά κρατήθηκε.
Άρχισαν να μιλάνε με τον Σ. Ο Ν δεν συμμετείχε στην κουβέντα και ο Κ απέφευγε να τον κοιτάει. Ένοιωθε όμως τα μάτια του Ν καρφωμένα πάνω του. Ήρθε το ποτό και ο Κ ήπιε μια γερή γουλιά. Κατεβάζοντας το ποτήρι το βλέμμα του διασταυρώθηκε με το βλέμμα του Ν. Ένιωσε τους παλμούς του να αυξάνονται επικίνδυνα. Ένιωσε το κεφάλι του να φλέγεται. Το ποτήρι γλίστρησε και κομματιάστηκε στο πάτωμα. ΓΜΤ!
Ο Κ ζήτησε συγνώμη και σηκώθηκε να πάει στην τουαλέτα να σκουπίσει την τεκίλα που χύθηκε στο παντελόνι του. Μπήκε μέσα και έκλεισε την πόρτα πίσω του. Έμεινε λίγα δευτερόλεπτα ακουμπισμένος στην πόρτα. Ψυχραιμία, σκέφτηκε. Το πλάνο δεν θα άλλαζε. Θα καθόταν λίγο ακόμα κι ύστερα θα έφευγε. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες προσπαθώντας να επαναφέρει τους παλμούς του στους φυσιολογικούς τους ρυθμούς. Βγήκε και επέστρεψε στο τραπέζι. Ένα γεμάτο ποτήρι τεκίλα βρισκόταν ήδη εκεί. Ο Ν με τον Σ μιλούσαν, έτσι ο Κ άναψε τσιγάρο και ξανασήκωσε το ποτήρι να πιει μια γουλιά.
Ν: Είσαι εντάξει; Λερώθηκες πολύ;
Ο Κ γύρισε και τον κοίταξε. Του χαμογελούσε. Τα μάτια, τα χείλη, το μουσάκι του Ν , όλα νόμιζε ότι του χαμογελούσαν. Ανταπέδωσε το χαμόγελο
Κ: Ναι μια χαρά, ένας μικρός λεκές είναι, θα στεγνώσει.
Άρχισαν να μιλούν και οι τρεις. Περί ανέμων και υδάτων. Ο Κ έπιανε κλεφτές ματιές του Ν. Σαν να του έστελνε ένα σήμα. Ένα κωδικοποιημένο σήμα μόνο γι αυτόν. Το μυαλό όμως του Κ έκανε ένα σωρό κύκλους. Κι αν δεν είναι σήμα; Κι αν απλά «παίζει»; Αν το κάνει για χατίρι του Σ; Ανασφάλεια. Αυτή η καταραμένη ανασφάλεια που τον τρώει πάντα. Κάποια στιγμή ο Σ πήγε στην τουαλέτα και τους άφησε μόνους στο τραπέζι.
Ν: Λοιπόν;
Κ: Λοιπόν τι;
Ν: Τι λες θα την συνεχίσουμε την βραδιά;
Κ: Φυσικά αν το θέλετε κι εσείς
Οι λέξεις βγήκαν μόνες τους. Τις μετάνιωσε πριν καν ολοκληρώσει τη φράση. Τι κάνω θεέ μου, σκέφτηκε. Που πάω να μπλέξω; Ένιωσε να τον κυριεύει ο πανικός. Σκατά τώρα δεν μπορούσε να το αποφύγει. Τις σκέψεις του διέκοψε ένα απαλό χάδι στο χέρι του. Γύρισε και κοίταξε τον Ν. Εκείνος του χαμογελούσε και πάλι.
Ν: Δεν ξέρω για τον Σ, αλλά εγώ το θέλω πάρα πολύ.
Στο μυαλό του Κ υπήρχε πια μόνο μια ευθεία γραμμή σαν το καρδιογράφημα του νεκρού

~*~*~*~

Μέσα στο αυτοκίνητο του Κ και οι τρεις κατευθύνονταν σε ένα ξενοδοχείο που ήξεραν ο Σ και ο Ν. Ο Κ οδηγούσε νευρικά. Ο Ν καθόταν στο πίσω κάθισμα. Κάθε φορά που τον κοιτούσε από τον καθρέφτη εκείνος του έκλεινε το μάτι και του χαμογελούσε. Ο Σ φυσικά δεν έπαιρνε χαμπάρι. Έφτασαν στο ξενοδοχείο, ο Σ έκανε το κουμάντο με τη ρεσεψιόν και ανέβηκαν στο δωμάτιο. Ο Κ μπήκε στο μπάνιο δήθεν για την ανάγκη του. Έκατσε μπροστά στον καθρέφτη. Ότι είναι να γίνει θα γίνει, σκέφτηκε. Αφού έφτασε μέχρι εδώ δεν μπορεί να κάνει πίσω. Η μόνη του ελπίδα ήταν να τον ξενερώσει στο σεξ. Και δεν ήταν απίθανο μιας και ο Σ ήξερε ότι ήταν ενεργητικός , άρα ο Ν πρέπει να ήταν παθητικός. Μακάρι να ήταν παθητικός. Γιατί ο Κ δεν θα έκανε ποτέ κάτι με έναν παθητικό. Τα λεσβιακά δεν είναι το φόρτε μου σκέφτηκε και χαμογέλασε στο είδωλο του.Πήρε μια τελευταία βαθιά ανάσα και γύρισε στο δωμάτιο...
Συνεχίζεται ...