Και ξαφνικά η εξεταστική τελειώνει! Πάει και η τελευταία δικαιολογία που με κρατούσε στη Λάρισα...
Οι φίλοι μου, ένας-ένας μαζεύουν την «πραμάτια» τους και εγκαταλείπουν το «καυτόν άστυ» (σ.σ. Λάρισα) αφήνοντας πίσω εμένα να συμμαζέψω τα σπασμένα του χειμώνα, να ξεσκονίσω τις λαδιές που κάναμε, να αλλάξω σεντόνια για το Σεπτέμβριο που θα επιστρέψουμε, να κλειδώσω τα όμορφα και άσχημα που σημάδεψαν τη χρονιά που πέρασε και να φύγω κι εγώ με τη σειρά μου.
Κλειδοκράτορας ή τελευταίος ξεχασμένος; Όποιος από τους δύο χαρακτηρισμούς κι αν με αντιπροσωπεύει, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Χαιρετάω σιγά-σιγά τους φίλους και αρχίζω να γεμίζω τις βαλίτσες μου. Και τι να βάλω μέσα; Να βάλω τα βιβλία μου που θα με συντροφεύουν όλο το καλοκαίρι; Να βάλω κανένα μαγιό μήπως και ο θεός Ποσειδώνας θυμηθεί ότι έχουμε καιρό να τα πούμε και με καλέσει για κανένα tea-party; Να βάλω τα ωραία μου τα βραδινά για καμιά «πονηρή» βολτίτσα; Να βάλω τα πρόχειρα για ένα ήσυχο καλοκαίρι στο χωριό παρέα με τις κοτούλες και τα προβατάκια και να τους αναλύω την ανθρώπινη φυσιολογία; Να βάλω τη φωτογραφία του καλού μου που θα τον ξαναδώ -καλά να είμαστε- μετά τον δεκαπενταύγουστο;
Τα σχέδια μου για το καλοκαίρι που έρχεται ήταν τελείως διαφορετικά! Προγραμμάτιζα να μείνω στη Λάρισα και να διαβάσω μέχρι τέλη Ιουλίου (ναι λοιπόν! Υπάρχουν άνθρωποι που αντέχουν τις θερμοκρασίες της ερήμου) και αρχές Αυγούστου να πάω κανένα ταξιδάκι με τον καλό μου.
Λίγο όμως κάποια απρογραμμάτιστα γεγονότα, λίγο τα οικονομικά μου που αποφάσισαν να με κρεμάσουν (είμαι κι εγώ όμως! Παιδί για σπίτι! Δεν προνόησα να κάνω ένα κομποδεματάκι), λίγο τα μαθήματα που δεν κατάφερα να δώσω σε αυτήν την εξεταστική και αθροίστηκαν με τα μαθήματα του Σεπτεμβρίου. Πολύ θέλει ο άνθρωπος για να πάρει το δρόμο προς την «μητρική αγκαλιά» και τις σπιτικές ανέσεις; Που για ποια αγκαλιά μιλάμε; Μουρμούρα τύπου seven-video-net είναι (24/7), αλλά όπως και να το κάνουμε και το κλιματιστικούλι μου θα το έχω και τα καθαρά μου τα ρουχαλάκια και ένα ψυγείο που θα γεμίζει ως δια μαγείας χωρίς να χρειάζεται να τρέχω κάθε τόσο και να παριστάνω τον σκεπτόμενο άνθρωπο μπροστά στα ράφια του σούπερ μάρκετ.
Κάθε καλοκαίρι, όμως, γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Κι αυτό γιατί κάθε καλοκαίρι με φέρνει όλο και πιο κοντά στο οριστικό «αντίο» προς τα φιλαράκια μου. Βλέπεις η παρέα μου είναι σχεδόν εξολοκλήρου από άλλη σχολή. Και όταν αυτοί θα παίρνουν πτυχίο, εγώ ακόμα θα είμαι στα «μισά» και το πτυχίο μου μόνο με κιάλια θα το βλέπω, κάπου χαμένο ανάμεσα σε εξεταστικές, καλοκαίρια γεμάτα διάβασμα και χειμώνες γεμάτους τρέξιμο και υποχρεώσεις.
Και το ξέρω πως δεν τα πάω καλά με τους αποχωρισμούς. Ακόμα θυμάμαι το κλάμα που έριξα όταν αποχαιρετίσαμε τον έναν κολλητό [ήμασταν το «τρίο μπελ-κάν’το – όλα τα κάναμε :-)]. Το ξέρω πως το επόμενο καλοκαίρι θα κρύβει και τον τελευταίο αποχαιρετισμό για κάποια από τα παιδιά που μοιράζομαι την καθημερινότητα -και όχι μόνο- μαζί τους. Τα παιδιά που με έχουν δει να κλαίω, που με έχουν κάνει να γελάσω, που με έχουν εκνευρίσει και τα έχω εκνευρίσει. Που έχουμε τσακωθεί και μετά ξαναγαπηθεί.
Πόσο πολύ ήθελα να τελειώσει αυτό το εξάμηνο και να έρθει το καλοκαίρι. Γιατί τώρα το φοβάμαι; Γιατί με τρομοκρατεί αυτή η αλλαγή στις συνήθειες τις καθημερινότητας; Αφού το ξέρω πως θα είναι μόνο για ένα μήνα.
Παραλογίζομαι; Ίσως. Αλλά τους αγαπώ και θα μου λείψουν.
Και το αγόρι μου; Πού το πας αυτό το θέμα; Το αγόρι μου πότε θα το ξαναδώ; Προγραμματίζαμε να πάμε μαζί διακοπές, αλλά δυστυχώς... Μου έχει ήδη λείψει πάρα πολύ. Τουλάχιστον τώρα μιλάμε ελεύθερα στο τηλέφωνο. Όταν πάω στην «μητρική θαλπωρή» πώς θα μιλάω μαζί του, που θα έχω την Μαμά-Λαμπίρη πάνω από το ακουστικό να αποκρυπτογραφεί και να ελέγχει κάθε μου τηλεφώνημα; Πώς να της δικαιολογήσεις το «κι εγώ...» στο τέλος του τηλεφωνήματος, χωρίς να της πεις ψέματα;
Αυτά κι άλλα πολλά σκέφτομαι και έχω πέσει λίγο σήμερα.
Αύριο το προτελευταίο και την Πέμπτη το τελευταίο μάθημα. Και μετά, ο Θεός, βοηθός!
Οι φίλοι μου, ένας-ένας μαζεύουν την «πραμάτια» τους και εγκαταλείπουν το «καυτόν άστυ» (σ.σ. Λάρισα) αφήνοντας πίσω εμένα να συμμαζέψω τα σπασμένα του χειμώνα, να ξεσκονίσω τις λαδιές που κάναμε, να αλλάξω σεντόνια για το Σεπτέμβριο που θα επιστρέψουμε, να κλειδώσω τα όμορφα και άσχημα που σημάδεψαν τη χρονιά που πέρασε και να φύγω κι εγώ με τη σειρά μου.
Κλειδοκράτορας ή τελευταίος ξεχασμένος; Όποιος από τους δύο χαρακτηρισμούς κι αν με αντιπροσωπεύει, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Χαιρετάω σιγά-σιγά τους φίλους και αρχίζω να γεμίζω τις βαλίτσες μου. Και τι να βάλω μέσα; Να βάλω τα βιβλία μου που θα με συντροφεύουν όλο το καλοκαίρι; Να βάλω κανένα μαγιό μήπως και ο θεός Ποσειδώνας θυμηθεί ότι έχουμε καιρό να τα πούμε και με καλέσει για κανένα tea-party; Να βάλω τα ωραία μου τα βραδινά για καμιά «πονηρή» βολτίτσα; Να βάλω τα πρόχειρα για ένα ήσυχο καλοκαίρι στο χωριό παρέα με τις κοτούλες και τα προβατάκια και να τους αναλύω την ανθρώπινη φυσιολογία; Να βάλω τη φωτογραφία του καλού μου που θα τον ξαναδώ -καλά να είμαστε- μετά τον δεκαπενταύγουστο;
Τα σχέδια μου για το καλοκαίρι που έρχεται ήταν τελείως διαφορετικά! Προγραμμάτιζα να μείνω στη Λάρισα και να διαβάσω μέχρι τέλη Ιουλίου (ναι λοιπόν! Υπάρχουν άνθρωποι που αντέχουν τις θερμοκρασίες της ερήμου) και αρχές Αυγούστου να πάω κανένα ταξιδάκι με τον καλό μου.
Λίγο όμως κάποια απρογραμμάτιστα γεγονότα, λίγο τα οικονομικά μου που αποφάσισαν να με κρεμάσουν (είμαι κι εγώ όμως! Παιδί για σπίτι! Δεν προνόησα να κάνω ένα κομποδεματάκι), λίγο τα μαθήματα που δεν κατάφερα να δώσω σε αυτήν την εξεταστική και αθροίστηκαν με τα μαθήματα του Σεπτεμβρίου. Πολύ θέλει ο άνθρωπος για να πάρει το δρόμο προς την «μητρική αγκαλιά» και τις σπιτικές ανέσεις; Που για ποια αγκαλιά μιλάμε; Μουρμούρα τύπου seven-video-net είναι (24/7), αλλά όπως και να το κάνουμε και το κλιματιστικούλι μου θα το έχω και τα καθαρά μου τα ρουχαλάκια και ένα ψυγείο που θα γεμίζει ως δια μαγείας χωρίς να χρειάζεται να τρέχω κάθε τόσο και να παριστάνω τον σκεπτόμενο άνθρωπο μπροστά στα ράφια του σούπερ μάρκετ.
Κάθε καλοκαίρι, όμως, γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Κι αυτό γιατί κάθε καλοκαίρι με φέρνει όλο και πιο κοντά στο οριστικό «αντίο» προς τα φιλαράκια μου. Βλέπεις η παρέα μου είναι σχεδόν εξολοκλήρου από άλλη σχολή. Και όταν αυτοί θα παίρνουν πτυχίο, εγώ ακόμα θα είμαι στα «μισά» και το πτυχίο μου μόνο με κιάλια θα το βλέπω, κάπου χαμένο ανάμεσα σε εξεταστικές, καλοκαίρια γεμάτα διάβασμα και χειμώνες γεμάτους τρέξιμο και υποχρεώσεις.
Και το ξέρω πως δεν τα πάω καλά με τους αποχωρισμούς. Ακόμα θυμάμαι το κλάμα που έριξα όταν αποχαιρετίσαμε τον έναν κολλητό [ήμασταν το «τρίο μπελ-κάν’το – όλα τα κάναμε :-)]. Το ξέρω πως το επόμενο καλοκαίρι θα κρύβει και τον τελευταίο αποχαιρετισμό για κάποια από τα παιδιά που μοιράζομαι την καθημερινότητα -και όχι μόνο- μαζί τους. Τα παιδιά που με έχουν δει να κλαίω, που με έχουν κάνει να γελάσω, που με έχουν εκνευρίσει και τα έχω εκνευρίσει. Που έχουμε τσακωθεί και μετά ξαναγαπηθεί.
Πόσο πολύ ήθελα να τελειώσει αυτό το εξάμηνο και να έρθει το καλοκαίρι. Γιατί τώρα το φοβάμαι; Γιατί με τρομοκρατεί αυτή η αλλαγή στις συνήθειες τις καθημερινότητας; Αφού το ξέρω πως θα είναι μόνο για ένα μήνα.
Παραλογίζομαι; Ίσως. Αλλά τους αγαπώ και θα μου λείψουν.
Και το αγόρι μου; Πού το πας αυτό το θέμα; Το αγόρι μου πότε θα το ξαναδώ; Προγραμματίζαμε να πάμε μαζί διακοπές, αλλά δυστυχώς... Μου έχει ήδη λείψει πάρα πολύ. Τουλάχιστον τώρα μιλάμε ελεύθερα στο τηλέφωνο. Όταν πάω στην «μητρική θαλπωρή» πώς θα μιλάω μαζί του, που θα έχω την Μαμά-Λαμπίρη πάνω από το ακουστικό να αποκρυπτογραφεί και να ελέγχει κάθε μου τηλεφώνημα; Πώς να της δικαιολογήσεις το «κι εγώ...» στο τέλος του τηλεφωνήματος, χωρίς να της πεις ψέματα;
Αυτά κι άλλα πολλά σκέφτομαι και έχω πέσει λίγο σήμερα.
Αύριο το προτελευταίο και την Πέμπτη το τελευταίο μάθημα. Και μετά, ο Θεός, βοηθός!