Gone!

Και να που το καλοκαίρι τελείωσε!

Τι να θυμηθώ πρώτο και τι να αφήσω πίσω, να λιώσει στα ζεστά καζάνια της χαράς και της λήθης αυτού του καλοκαιριού;

Αν έπρεπε να χρησιμοποιήσω δύο φράσεις για να περιγράψω όσα συνέβησαν αυτό το καλοκαίρι, θα έλεγα ίσως πρώτο ένα γνωμικό που έχω ακούσει: «Την πρώτη ευκαιρία τη δικαιούται κι από το Θεό. Τη δεύτερη από άνθρωπο. Την τρίτη, από μ*λ*κ*». Kαι σαν δεύτερο ότι η εργασιοθεραπεία δεν κάνει μόνο θαύματα για να προχωρήσεις μπροστά, αλλά βοηθάει και στο να ανακαλύψεις ποιος είναι ο πραγματικός σου έρωτας. Και για μένα αυτός αποδείχθηκε η δουλειά μου!


Ας γίνω λίγο πιο συγκεκριμένος:
Το παραμύθι που είχαμε με τον Γ. δυστυχώς δεν τελείωσε με το «ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα», αλλά με το «έφυγε το πριγκιπόπουλο με τον στρατηγό της φρουράς». Τελικά τα ψέματα όχι μόνο υπήρχαν, αλλά ίσως να ήταν και πολύ περισσότερα από τις αλήθειες που αυτό το άτομο κατάφερε ποτέ να μου πει.

Δυστυχώς, στους δύο, τρίτος δε χωρεί. Και όταν προσπαθήσεις να τον χωρέσεις, το μόνο που καταφέρνεις είναι να πιέζεις τόσο πολύ τον άλλο, που να τον κάνεις να πονάει αφάνταστα. Το αίσθημα αυτό του πνιγμού, της ανάγκης για ανάσα, για λίγη αλήθεια και λίγο φως το ένιωθα και ας μην ήθελα να πιστέψω το γιατί.

Τελικά το έμαθα. Ίσως με έναν τρόπο που σε κάποια άλλη στιγμή να χλεύαζα και να θεωρούσα πράξη μιαρή. Κι όμως έπρεπε να το κάνω. Έπρεπε να ανασάνω κι ας άφηνα την αξιοπρέπεια μου να βουλιάξει… Έψαξα το κινητό του… και τέλος! Η σταχτοπούτα επέλεξε να είναι δίπλα στις στάχτες της. Τις στάχτες που πλέον δεν ήταν από τα ξύλα, αλλά από την καρδιά της.

Θρήνησα. Έκλαψα. Πόνεσα. Χάθηκα και ξαναβρέθηκα. Είχα δύο επιλογές: Να κλειστώ στον εαυτό μου και να παλέψω με τους δαίμονες μου σε έναν άνισο αγώνα ή να ασχοληθώ με κάτι που θα βοηθούσε να κάνω κτήση της λήθης όσα συνέβησαν.
Επέλεξα το δεύτερο.


Αφιέρωσα το καλοκαίρι μου στο νοσοκομείο. Επέλεξα να κάνω εθελοντική εργασία στο νοσοκομείο του τόπου μου για περισσότερο από ένα μήνα. Με πρόγραμμα αυστηρό και απαιτητικό. Επέλεξα να περνάω πάνω από εικοσιτέσσερις ώρες μέσα στο νοσοκομείο και να βοηθώ όπως μπορώ ώστε να απαλύνεται ο πόνος των άλλων ανθρώπων. Επέλεξα να υποβάλω το σώμα μου στην υπερκόπωση και το μυαλό μου στη συνεχή εργασία, μήπως και η καρδιά μου βρει χρόνο να ξεκουραστεί. Και πραγματικά συνέβη το «θαύμα». Αφενός, κάθε φορά που έβλεπα κάποιον να φεύγει χαμογελαστός, άνοιγε και μια μικρή χαραμάδα στο μαύρο που σκέπαζε τα πάντα μέσα μου και άφηνε λίγο φως να περάσει. Αφετέρου αγάπησα περισσότερο από ποτέ αυτό που επέλεξα να κάνω στη ζωή μου. Το ερωτεύτηκα. Πωρώθηκα!


Ίσως να έχασα τις διακοπές. Ίσως να μην πήγα κάποιο ταξίδι. Ίσως να μην «το έκαψα» μέσα στο καλοκαίρι. Έκανα όμως κάτι που έχτισε μέσα μου πράγματα που κράτησαν και θα κρατήσουν. Αγάπησα ξανά εμένα. Αγάπησα τη «δουλειά» μου και τους ανθρώπους και έκανα καινούριους φίλους.


Οπότε να ‘μαι πάλι. Πίσω στη Λάρισα, αγκαλιά με τα βιβλία και τα μαθήματά μου. Αγκαλιά με τους φίλους και τους ανθρώπους που γνωρίζω πως με αγαπούν και δε θα με προδώσουν τόσο εύκολα!